Σάββατο 3 Απριλίου 2010

Μονή του Παντοκράτορα: (Ελληνική, παλαιότερα ιδιόρρυθμη και νυν κοινόβια (είναι η τελευταία Μονή που μετατράπηκε σε κοινόβια το 1992), γιορτάζει τη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, στις 6 Αυγούστου).
 

   Βρίσκεται χτισμένη πάνω σε βραχώδη λόφο, κοντά στη θάλασσα της ΒΑ παραλίας και σε μικρή απόσταση από τη Μονή Σταυρονικήτα. Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς ιδρύθηκε, η ίδρυσή της πάντως από τον μεγάλο στρατοπεδάρχη Αλέξιο και  αδελφό του Ιωάννη, μεγάλο πριμικήριο, τοποθετείται μετά τα μέσα του 14ου αιώνα. Σώζεται στο μοναστήρι η διαθήκη του Ιωάννη, που χρονολογείται στα 1384, και αναφέρεται εκεί ότι οι δύο αδελφοί ίδρυσαν τη μονή στο όνομα του Χριστού Παντοκράτορα και ότι ο Αλέξιος είχε ήδη πεθάνει. Η κτιτορική πάλι επιγραφή, η οποία βρίσκεται σήμερα στη σκάλα προς το κωδωνοστάσιο, αναφέρει ως χρόνο ίδρυσης το 1363. Είναι συγκινητικό το γεγονός ότι τα πορτραίτα των δύο κτητόρων σώζονται σε μια φορητή εικόνα του Χριστού, που βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Ερμιτάζ του Λένινγκραντ και χρονολογείται στα χρόνια της ίδρυσης της μονής, Ο τάφος των κτητόρων, όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες μονές του Αγίου Όρους, βρίσκεται στη λιτή του καθολικού, και κοντά σ’ αυτόν τα πορτραίτα τους ζωγραφισμένα τον 19ο αιώνα (1854). Στο τέλος του 14ου αιώνα και στις αρχές του 15ου περιήλθαν στην κυριαρχία της μονής άλλες μικρότερες μονές, ανάμεσα σ’ αυτές και η Μονή του Ραβδούχου, η οποία υπάρχει μέχρι σήμερα ως κελί στην περιοχή της Μονής Κουτλουμουσίου. Στον ναό του κελιού σώζονται τοιχογραφίες του 12ου αιώνα και τμήματα από ζωγραφική πιθανότατα του 10ου αιώνα στα υπόγεια.
    Περίοδοι ακμής και παρακμής διαδέχθηκαν την εποχή των κτητόρων. Τον 16ο αιώνα ανακαινίστηκαν ορισμένα τμήματα της μονής και πιθανότατα την εποχή αυτή επεκτάθηκαν και οι εγκαταστάσεις προς τα ΝΑ, ενώ παλαιότερα περιορίζονταν στο ΒΔ. σημερινό τμήμα της με το καθολικό στη μέση μιας περιορισμένης μικρής αυλής. Μεγάλη πυρκαγιά όμως το 1773 κατέστρεψε μεγάλα τμήματα της μονής, για την επισκευή των οποίων εργάστηκε ο σκευοφύλακας Κύριλλος το 1781. Το 1948 κάηκε και πάλι τμήμα της μονής και η αποκατάσταση του έγινε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία.   
     Στα κτήρια της πλευράς που αναστηλώθηκε στεγάζεται σήμερα η βιβλιοθήκη και το πλούσιο εικονοφυλάκιο, που οργανώθηκε πρόσφατα από την ίδια υπηρεσία. Από την εποχή των κτητόρων σώζεται ο οχυρωματικός πύργος, στον οποίο στεγαζόταν παλαιότερα η βιβλιοθήκη. Στην ίδια εποχή ανήκει και ο κοιμητηριακός ναός, από τα σπάνια δείγματα αυτής της εποχής στο Άγιον Όρος. Πρόκειται για έναν μονόχωρο ναό, σκεπασμένο με καμάρα και υπόγειο θάλαμο, στον οποίο διατηρούνται κομμάτια από το βυζαντινό μαρμάρινο τέμπλο.
    Το καθολικό, χτισμένο από τους κτήτορες της μονής,

ακολουθεί στις γενικές γραμμές τον αγιορείτικο τύπο, αλλά παρουσιάζει και σοβαρές διαφορές, ιδιαίτερα στην απόσταση ανάμεσα στις κόγχες των χορών και το ιερό Βήμα και στη διαμόρφωση της πρόθεσης και του διακονικού σε πολυγωνικές εξωτερικές κατασκευές σκεπασμένες με τρούλο. Στα βόρεια της λιτής υπάρχει το παρεκκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Από τις τοιχογραφίες του καθολικού, παρά τις μεγάλες ταλαιπωρίες και τις διαδοχικές επισκευές του ναού, διατηρούνται αρκετά τμήματα από τον 14ο αιώνα, από τα λίγα δείγματα της μακεδονικής ζωγραφικής στο Άγιον Όρος. Η εγκατάλειψη της μονής από τους μοναχούς στους δύσκολους χρόνους της Ελληνικής Επανάστασης είχε ως αποτέλεσμα να καταστραφούν μεγάλα τμήματα του ναού από τους Τούρκους στρατιώτες. Μετά την επιστροφή των μοναχών, το καθολικό ανακαινίστηκε και οι τοιχογραφίες του ξαναζωγραφίστηκαν το 1854.
   Η τράπεζα, απέναντι από το καθολικό, σώζει τοιχογραφίες του 1749 ζωγραφισμένες από τους ζωγράφους Σεραφείμ, Κοσμά και Ιωαννίκιο, εκτός από τον δυτικό τοίχο, ο οποίος καταστράφηκε στον μεγάλο σεισμό του 1905. Η τράπεζα βρίσκεται στον πρώτο όροφο της δυτικής πτέρυγας και κατά την παράδοση, στο ισόγειο κάτω απ’ αυτήν, βρισκόταν η παλαιά τράπεζα.
    Η συλλογή φορητών εικόνων είναι από τα πιο ενδιαφέροντα σύνολα στο Άγιον Όρος και περιλαμβάνει δείγματα από τον 14ο μέχρι τον 19ο αιώνα. Από αυτά ξεχωρίζουν η εικόνα του Χριστού Παντοκράτορα (14ος αιώνας), ο Γραπτός Σταυρός (14ος αιώνας) και ένα επιστύλιο με 31 σκηνές (16ος αιώνας), πιθανότατα από παλαιό τέμπλο του καθολικού. Από το πλούσιο σε χειρόγραφα και έντυπα υλικό της βιβλιοθήκης, ξεχωρίζουν το περίφημο Ψαλτήρι και το λεγόμενο Ευαγγέλιο του Καλυβίτη.
 
     Εξαρτήματα.
     Η Σκήτη Προφήτης Ηλίας βρίσκεται σε απόσταση
40’ δυτικά της μονής και ακολουθεί τον κοινοβιακό τρόπο ζωής. Στον 19ο αιώνα, οι Ρώσοι μοναχοί της σκήτης αυξήθηκαν, με αποτέλεσμα να επεκταθούν οι κτηριακές εγκαταστάσεις και να επέλθει ρήξη στις σχέσεις κυρίαρχης μονής και σκήτης. Η διαμάχη έληξε το 1892 με το σχετικό σιγίλιο που εξέδωσε ο πατριάρχης Νεόφυτος Η’.




ΙΕΡΕΣ  ΕΙΚΟΝΕΣ – ΚΑΛΥΒΕΣ – ΣΠΗΛΑΙΑ  Κ.Λ.Π.  
ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ



     
                      
 









  















 


Ιστορικόν Ιεράς και Θαυματουργού εικόνος της Παναγίας τής "Γεροντίσσης"
(Όπως αναγράφεται από Μοναχούς)  


      Ή Ιερά και Θαυματουργός Εικών της Παναγίας της 'Γεροντίσσης" βρίσκεται στην Ί. Μ. Παντοκράτορος του "Αγί­ου Όρους, και είναι η εφέστιος εικόνα του Μοναστηριού. Ή Ιστορία της έχει βαθιές ρίζες, αφού ή παράδοση αναφέ­ρει ότι είναι δώρο στο Μοναστ ήρι του βυζαντινού Αυτο­κράτορα Αλεξίου Α', τού Κομνηνού. "Αποτελεί αντίγρα­φο της ψηφιδωτής εικόνας της Παναγίας της Γοργοεπηκόου" ,πού βρισκόταν στην Ί. Μονή Παντοκράτορος στην Κων/πολη, η οποία κτίστηκε από τον ίδιο αυτοκράτορα. Είναι η μοναδική φορητή εικόνα πού απεικονίζει την Πα­ναγία ολόσωμη σε στάση δέησης. Το πρώτο θαύμα της εικόνας αναφέρεται στους χρόνους της βασιλείας τού Αλεξίου Α' του Κομνηνού, όταν αυτός άρχισε να κτίζει το αρχικό μονύδριο  500 μέτρα μακριά από τα σημερινά κτήρια, πάνω στο ύψωμα όπου βρίσκεται  Το πρώτο θαύμα της εικόνας αναφέρεται στους χρόνους της βασιλείας τού Αλεξίου Α' του Κομνηνού, όταν αυτός άρχισε να κτίζει το αρχικό μονύδριο  500 μέτρα μακριά από τα σημερινά κτήρια, πάνω στο ύψωμα όπου βρίσκεται το παρεκκλήσιο τού Αγίου Αθανασίου ("Αλεξανδρείας). Τό­τε, ενώ οι εργάτες όλη την ήμερα εργάζονταν κανονικά, το βράδυ ή εικόνα της Παναγίας, μαζί με τα εργαλεία των οικοδόμων, έφευγε αοράτως, και το πρωί, όταν τα αναζη­τούσαν, τα έβρισκαν στο σημείο όπου είναι σήμερα κτι­σμένη ή Μονή (ο τόπος τότε ήταν έρημος). Αφού αυτό έγι­νε πολλές φορές, τελικά κατάλαβαν ότι ήταν θέλημα της Παναγίας το Μοναστήρι να γίνει στον τόπο πού η ίδια είχε επιλέξει. Έτσι, λοιπόν, ανοικοδομήθηκε ό αρχικός πυρή­νας τής Μονής.                
     Την προσωνυμία "Γερόντισσα" την απέκτησε ή εικόνα! αργότερα, μετά από ένα σημαντικό θαύμα της Θεοτόκου. Ή αρχική της θέση ήταν μέσα στο Ιερό Βήμα, πίσω από την Αγία Τράπεζα. Ενώ, λοιπόν, ή εικόνα βρισκόταν ακόμη σε εκείνη τη θέση, ζούσε ένας πολύ ενάρετος, μεγάλος, όμως, στην ηλικία και ετοιμοθάνατος, λόγω ασθενείας, Καθηγούμενος. Αυτός γνώρισε το τέλος του κατά θεία αποκά­λυψη και επιθύμησε να κοινωνήσει τα άχραντα και ζωοποιά Μυστήρια τού Κυρίου μας. Γι' αυτό και παρακάλεσε τον Ιερομόναχο εφημέριο, πού ιερουργούσε την ήμερα εκεί­νη, να συντόμευση τη Θεία Λειτουργία. Ό Ιερομόναχος, όμως, δεν υπάκουσε αμέσως στην επιθυμία του Ηγουμένου και συνέχισε να λειτουργεί αργά. Έτσι, αναγκάστηκε να επέμβει η ίδια ή Παναγία, για να αλλάξει τις διαθέσεις του ιερουργούντος εφημερίου. Ακούστηκε, λοιπόν, ξαφνικά από την εικόνα η φωνή της, πού τον διέταξε επανειλημμέ­να να ολοκληρώσει σύντομα τη Θεία Λειτουργία, ώστε να προλάβει να κοινωνήσει ύ Γέροντας. "Έτσι και έγινε. Μόλις κοινώνησε ό Γέροντας, κοιμήθηκε· από τότε έδωσαν σε Αυτήν και την εικόνα Της την προσωνυμία "Γερόντισσα", λόγω της στενής Της σχέσης με τον "Γέροντα". Μετά από αυτό, μεταφέρθηκε και τοποθετήθηκε έξω από το Ί. Βήμα, στην αριστερή κολώνα τού κυρίως Ναού, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα, για την διευκόλυνση των προσκυνητών. 
     Ή εικόνα επενδύθηκε με νεότερο αργυρό κάλυμμα, υψηλής τέχνης, κατασκευασμένο κατόπιν επιθυμίας τής Ιδίας τής Θεοτόκου, με έξοδα  Κων/πολίτισσας αρχόντισσας. 
     Το πιθάρι πού απεικονίζεται επάνω στο κάλυμμα έγινε προς ανάμνηση του θαύματος πού έκανε ή Παναγία γύρω στον 17ο αιώνα, σε εποχή κατά την οποία στο Μοναστήρι δεν υπήρχε καθόλου λάδι. Ή έλλειψη τού ελαίου και των αναγκαίων προς το ζην ήταν τόσο μεγάλη, ώστε οι Πατέ­ρες εγκατέλειπαν τη Μονή αναζητώντας άλλου τα απαραί­τητα για τη ζωή. Ό Ηγούμενος εκείνης τής περιόδου τους προέτρεπε να πιστεύουν και να ελπίζουν στη "Γερόντισσα", όπως προσευχόταν και εκείνος και είχε την ελπίδα του σ' Αυτή. Ή Παναγία μας, λοιπόν, δεν διέψευσε τις προσδο­κίες του, αλλά ένα πρωί οι πατέρες είδαν να ξεχειλίζει λά­δι από την είσοδο τής αποθήκης, όπου φυλάσσονταν τα άδεια πλέον πιθάρια. Εισήλθαν στην αποθήκη και είδαν ότι ένα από τα πιθάρια, πού σώζεται μέχρι σήμερα, ξεχείλιζε από λάδι, πού χυνόταν στο δάπεδο. "Αντιλήφθηκαν την επέμβαση τής Παναγίας και, αφού πήραν από αυτό το λά­δι, γέμισαν όλα τα άδεια δοχεία πού βρισκόταν στο Μονα­στήρι. Τότε (αυτό σταμάτησε να αναβλύζει. Έκτοτε, επί τρεις αιώνες, το λάδι δεν έχει λείψει ποτέ ξανά από το Μο­ναστήρι Της, κατά θαυμαστή επέμβαση και μεριμνά Της. 
     "Άλλο θαύμα έγινε την εποχή πού κυριαρχούσε ο φόβος των Σαρακηνών κουρσάρων. Σε μία από τις επιδρομές τους λεηλάτησαν και την Ί. Μ. Παντοκράτορος. Μεταξύ των κει­μηλίων πού άρπαξαν ήταν και ή εικόνα τής "Γερόντισσας". "Ένας από αυτούς "θέλησε να αφαίρεση το αργυρό της κά­λυμμα και να χρησιμοποίηση το ξύλο ως δαδί για το τσι­μπούκι του, ατιμάζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την εικόνα. Όταν, όμως. προσπάθησε να την σπάσει χτυπώντας Την, πε­τάχτηκαν φωτιά και καπνοί, από τα όποια όχι μόνο τρόμα­ξε, άλλα έχασε και το φως του. Οι σύντροφοι του φοβισμέ­νοι έριξαν την εικόνα βιαστικά μέσα σε ένα πηγάδι, πού βρί­σκεται μέχρι και σήμερα ανάμεσα στους κήπους και τον ταρσανά της Μονής, και έφυγαν. Οι Πατέρες του Μοναστη­ρίου είχαν στο μεταξύ απομακρυνθεί βιαστικά, και έτσι δεν γνώριζαν τίποτα από αυτά πού συνέβησαν. Με τα χρόνια, το πηγάδι μπαζώθηκε και κανείς δεν γνώριζε για την τύχη τής εικόνας. Όμως, μετά από περίπου 80 χρόνια ήλθε ή ώρα τού θανάτου εκείνου του βαρβάρου- υπέφερε πολύ και ή ψυχή του δεν έβγαινε, γι' αυτό με μετάνοια και επίγνωση τής πράξης του ζητούσε ψυχική ανάπαυση. "Άφησε, λοιπόν, εντολή στους συγγενείς του να επανορθώσουν την αφροσύ­νη του, έστω και μετά θάνατον πράγματι, αυτοί ήλθαν, και αφού ανέφεραν το περιστατικό στους Πατέρες, εντόπισαν το πηγάδι. Όταν το άνοιξαν, είδαν με μεγάλη έκπληξη να βρίσκεται ή εικόνα μέσα σε αυτό και -σαν να ήταν ζωντανός άνθρωπος- να στέφεται όρθια μέχρι τα γόνατα μέσα στο νε­ρό, χωρίς να έχει πλαγιάσει δεξιά ή αριστερά στα τοιχώματα τού πηγαδιού. Το πιο θαυμαστό, όμως, ήταν ότι μπροστά στην εικόνα υπήρχε καντήλι, το όποιο τόσα χρόνια ήταν άσβεστο. Μετά από αυτά, παρέλαβαν την εικόνα με τιμές και δοξολογίες και με πομπή την τοποθέτησαν στο Καθο­λικό τής Μονής, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα. "Από το πη­γάδι αυτό λαμβάνουν οι προσκυνητές άγιασμα ως ευλογία. 
     "Άλλη θαυμαστή επέμβαση τής "Γεροντίσσης" είναι ή διάσωση τής Μονής από την πυρκαγιά, το βράδυ τής 1ης Δε­κεμβρίου του 1948, διά μέσου αντιγράφου Της, το οποίο και απεκλήθη "Πυροσώτειρα". Μετά από αυτό το θαύμα, καθιερώθηκε η 2α Δεκεμβρίου ως η ήμερα κατά την όποια εορτάζεται ή εύρεσης της θαυματουργού και χαριτοβρύτου  εικόνος της Παναγίας της "Γεροντίσσης", η κατάσβεση της εκραγείσης πυρκαγιάς, καθώς και οι πολλές τής θαυματουργίες. 
     Ή εικόνα τοποθετήθηκε εντός περιτέχνου μαρμάρινου προσκυνηταρίου, το όποιο κατασκευάσθηκε δι' εξόδων και σπουδής του Παντοκρατορινού Προηγουμένου Θεοφίλου του Λημνίου. Το 1997 για πρώτη φορά απεσφραγίσθη το προσκυνητάρι, παρουσία και εκπροσώπων τής Αρχαιολο­γικής Υπηρεσίας, και αποκαλύφθηκε ή Ιερά Εικών. Προς μεγάλη Ικανοποίηση των Πατέρων τής Μονής, επιβεβαιώ­θηκε ή μακραίωνη προφορική παράδοση, πού σκιαγραφούσε την πολυκύμαντη ιστορία τής Παναγίας τής "Γεροντίσσης". Ευρέθη, λοιπόν, ή αρχαία εικόνα τής Παναγίας τής 'Γεροντίσσης", (1,92 χ 0,74 μέτρα), περίβρωτος, περιέ­χουσα σπαράγματα τής αρχικής ζωγραφικής παραστάσε­ως, και εκπέμπουσα ταυτοχρόνως ευχάριστη ευωδία και άμετρη παραμυθία εις τα τέκνα Της. Επί τής αρχαίας εικόνος ήτο τοποθετημένος αγιογραφημένος καμβάς με την πα­ράσταση τής Παναγίας, μεταβυζαντινής τεχνοτροπίας. Όταν όμως κατασκευάσθηκε το υπάρχον αργυρό κάλυμμα τής Ί. Εικόνος, έργο υψηλής τέχνης, ρωσικού εργαστηρίου τής "Αγίας Πετρούπολης, των μέσων του 19ου αιώνος, φέρον σφυρήλατες και χυτές διακοσμήσεις από άργυρο, το­πικά επιχρυσωμένου, οι τότε Πατέρες τής Μονής, λόγω ασυμφωνίας του καλύμματος με την παράσταση τής εικό­νος, αναγκάσθηκαν να επιζωγραφήσουν εκ νέου τα σημεία της εικόνος πού φαίνονται εξ αυτού, δηλαδή το πρόσωπο και τα δύο χέρια. 
     Πλήθος θαυμάτων επιτελεί ή Παναγία ή "Γερόντισσα" σε όσους προστρέχουν σ’ αυτήν με πίστη. Σε γυναίκες στείρες χαρίζει παιδιά, σε καρκινοπαθείς και διαφόρους πάσχο­ντες δωρίζει την υγεία, σε μαθητές την φώτιση και στις διά­φορες ανάγκες των ανθρώπων δίνει γρήγορα, ώς Γοργοεπήκοος τη  λύση· καθίσταται με τον τρόπο αυτόν οδηγός των πιστών και ασφαλής σύμβουλος στη ζωή τους. "Ιδιαί­τερη χάρη και ευλογία παρέχει ή "Γερόντισσα" στην αύξη­ση ή παραγωγή παντός έργου αγαθού, καθώς μαρτυρούν ευλαβείς προσκυνητές, ότι αυξήθηκαν δηλ. και προόδευσαν οι εργασίες τους μετά την γνωριμία τους με την εικόνα αυτή τής Γεροντίσσης. 
     Ή μορφή της είναι στη θέα γλυκύτατη, ευχάριστη και γε­μάτη έλεος, αφήνοντας στον κάθε προσκυνητή αισθήματα χαράς, ευφροσύνης, αγαλλιάσεως, ελπίδας, παρηγοριάς και ευσπλαχνίας, δείχνοντας ότι προστρέχει στην ανάγκη των τέκνων Της και ότι πάντοτε παραμυθεί τους πιστούς Της     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου